Η ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης άνοιξε το δρόμο στους Οθωμανούς για την κατάκτηση κι άλλων περιοχών, ξεκινώντας από την Πελοπόννησο και την Αττική, με σκοπό την υποδούλωση ολόκληρης της χώρας. Για να επιτύχουν όμως αυτό το στόχο, έπρεπε να τερματίσουν την κυριαρχία των Βενετών στις περιοχές που κατείχαν ήδη από το 1204. Οι Βενετοκρατούμενες περιοχές άρχισαν σιγά σιγά να περιέρχονται στην κυριαρχία των Οθωμανών, με αποτέλεσμα ως το 16ο αιώνα να έχουν καταληφθεί σχεδόν όλες. Συγκεκριμένα, οι Βενετοί έχασαν τις Κυκλάδες και την Κύπρο μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα, την Κρήτη το 1669 και τα Επτάνησα το 1797.
Κι ενώ έως το 16ο αιώνα οι Οθωμανοί είχαν καταλάβει όλες τις ελληνικές περιοχές, οι Βενετοί ανέκτησαν κάποιες, όπως έγινε με την Πελοπόννησο και την Αθήνα το 1687. Η ανάκτηση αυτή συνοδεύτηκε από το βομβαρδισμό της Ακρόπολης, με συνέπεια την καταστροφή ενός μέρους του Παρθενώνα από τους Βενετούς, στην προσπάθειά τους να εκδιώξουν τους Οθωμανούς, που ήταν κυρίαρχοι της πόλης από το 1456. Η μεταξύ τους διαμάχη για τα ελληνικά εδάφη τερματίστηκε το 1699 με την υπογραφή της συνθήκης του Κάρλοβιτς, σύμφωνα με την οποία η Βενετία αναγνωρίζεται ως κυρίαρχος της Πελοποννήσου, της Αίγινας και της Λευκάδας και η Οθωμανική Αυτοκρατορία της Στερεάς Ελλάδας και των νησιών του Αιγαίου. Σύντομα οι Οθωμανοί απέκτησαν καθολική κυριαρχία στη χώρα και έτσι ξεκίνησε η μακρά περίοδος της Οθωμανικής κατοχής.
Την περίοδο αυτή, που διήρκησε 400 χρόνια, οι Έλληνες είχαν να αντιμετωπίσουν πολλές δυσκολίες ως υπόδουλοι των Οθωμανών. Δούλευαν ως δουλοπάροικοι στη γη που πλέον ανήκε στον κατακτητή και ήταν φόρου υποτελείς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην οποία έπρεπε να καταβάλουν τον κεφαλικό φόρο και τη δεκάτη (μέρος της γεωργικής τους παραγωγής). Ο βαρύτερος φόρος απ’ όλους όμως ήταν αυτός που πήρε την ονομασία “φόρος του αίματος”, το παιδομάζωμα. Οι Οθωμανοί, σε μια προσπάθεια να πλήξουν το ελληνικό φρόνημα, έπαιρναν τα ελληνόπουλα από μικρή ηλικία και τα μυούσαν στις πολεμικές τους τακτικές, μετατρέποντάς τα στους γνωστούς γενίτσαρους, που πολεμούσαν εναντίον της πατρίδας τους.
Εκτός από το παιδομάζωμα, άλλοι θεσμοί που δημιουργήθηκαν για να καταβάλλουν τους υπόδουλους Έλληνες, ήταν η υποχρεωτική ναυτολόγηση των νησιωτών και ο εξισλαμισμός. Επειδή μέχρι τότε ο χριστιανισμός είχε εξαπλωθεί και αποτελούσε σημαντικό στοιχείο της ανάπτυξης της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και στοιχείο από το οποίο αντλούσαν οι Έλληνες θάρρος και δύναμη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία επιδόθηκε σε τακτικές εξισλαμισμού, μέσω του εξαναγκασμού, επιδιώκοντας να πατάξει το χριστιανισμό.
Ο άνισος καταμερισμός του πλούτου στους κόλπους της Αυτοκρατορίας, είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία τριών κοινωνικών στρωμάτων.
• Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκονταν οι αριστοκράτες, που περιλάμβαναν τον Πατριάρχη και τον υψηλό κλήρο, τους πρόκριτους, που είχαν στην κατοχή τους μεγάλα κομμάτια γης και τους Φαναριώτες, που ήταν υψηλόβαθμα στελέχη και έπαιρναν μέρος στην οθωμανική κρατική αυτοδιοίκηση. Οι Οθωμανοί είχαν παραχωρήσει κάποια προνόμια στη μερίδα αυτή των Ελλήνων, ώστε να πετύχουν τον καλύτερο και αποτελεσματικότερο έλεγχο της περιοχής, αναθέτοντάς τους κάποια θρησκευτικά και λειτουργικά καθήκοντα, που όμως τους έδιναν υποτυπώδεις εξουσίες.
Παρά τις λίγες εξουσίες όμως, οι Φαναριώτες είχαν αναρριχηθεί στην κρατική μηχανή και κατάφεραν να ωφελήσουν το ελληνικό έθνος, τόσο τα χρόνια της υποδούλωσης όσο και κατά τη διάρκεια της Επανάστασής τους. Πέρα από την αναγνώριση του θεσμού της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τα θρησκευτικά προνόμια που είχαν παραχωρηθεί στον Πατριάρχη του έδιναν την ιδιότητα του αρχηγού του ελληνικού έθνους και ο πρώτος που πήρε αυτή την ιδιότητα ήταν ο Γεννάδιος Σχολάριος.
• Η δεύτερη κοινωνική τάξη ήταν αυτή των εμπόρων και πλοιοκτητών, η λεγόμενη αστική, που κατείχε ένα μέρος του πλούτου της υπόδουλης Ελλάδας, τον οποίο αντλούσε από τις οικονομικές της δραστηριότητες.
• Τη μεγαλύτερη όμως μερίδα του πληθυσμού αποτελούσε η τρίτη και τελευταία τάξη, ο αγροτικός πληθυσμός, που επωμιζόταν τη βαριά φορολογία και επιβίωνε μετά βίας.
Οι συνθήκες διαβίωσης των υπόδουλων Ελλήνων και κυρίως των λαϊκών στρωμάτων, προκάλεσαν την αντίστασή τους, που εκφράστηκε μέσα από τα σώματα των Κλεφτών και των Αρματολών. “Κλέφτες” αποκαλούνταν όσοι κατέφευγαν στα βουνά και οργάνωναν ένοπλες επιθέσεις εναντίον του κατακτητή, ενώ οι αρματολοί εμφανίστηκαν αργότερα, σαν το αντίπαλο δέος των κλεφτών στην αρχή, που όμως στην πορεία ταυτίστηκαν μαζί τους. Μαζί επάνδρωναν την ελληνική αντίσταση κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής και έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στην Επανάσταση του 1821.
Οι εξεγέρσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της μακράς Οθωμανικής κυριαρχίας προετοίμασαν το έδαφος για το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης. Μέχρι το 1770 αρκετές επαναστατικές κινήσεις έγιναν σε πολλές υποδουλωμένες περιοχές, οι οποίες όμως απέτυχαν λόγω της έλλειψης οργάνωσης και στρατιωτικής δύναμης. Το πρώτο αξιοσημείωτο επαναστατικό κίνημα ήταν τα λεγόμενα “Ορλωφικά”( ονομασία προερχόμενη από τους Ρώσους αδελφούς Ορλώφ), που ξέσπασε την περίοδο του ρωσοοθωμανικού πολέμου.
Οι καταπιεσμένοι Έλληνες, επηρεασμένοι από την αντίσταση των Ρώσων, πολέμησαν στο πλευρό τους και ξεσηκώθηκαν σε αρκετές περιοχές της χώρας, χωρίς όμως να πετύχουν κάποια νίκη. Παρόλα αυτά, πέτυχαν την εξασφάλιση της ανεξιθρησκείας τους και της ελεύθερης κίνησης στη Μεσόγειο, κάτω απ’ τη σκέπη της Ρωσίας, με τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774), που σήμανε και το τέλος του ρωσοοθωμανικού πολέμου.
Τέσσερα χρόνια μετά την υπογραφή της συνθήκης, ξέσπασε νέος πόλεμος ανάμεσα στις δυο δυνάμεις, που έδωσε για ακόμα μια φορά την ευκαιρία στους Έλληνες να επαναστατήσουν, με σημαντικότερη εξέγερση της περιόδου, αυτή των Σουλιωτών εναντίον του Αλί πασά το 1789. Ιστορικής σημασίας είναι ο θάνατος πενήντα Σουλιωτισσών, που έπεσαν από το βουνό του Ζαλόγγου το 1803. Αξιόλογη ήταν και η πολεμική δραστηριότητα του Λάμπρου Κατσώνη στο Αιγαίο, με τη ναυμαχία της Άνδρου, που όμως καταπνίγηκε από τους Οθωμανούς.